subscribe to RSS

Rocamadur

Blaumachen #4, editorial

1 comment
Blaumachen #4, editorial

«Η ισχύς της αποπληθωριστικής τάσης, και ο βαθμός στον οποίο το κράτος την αντισταθμίζει, θα καθορίσουν πόσο γρήγορα αυτή [η κρίση] θα μετατραπεί σε κρίση εμπιστοσύνης στο κράτος, το δολάριο, το ευρώ κλπ. Όταν φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο, δεν υπάρχει άλλη ανώτερη δύναμη που να μπορεί να προσφέρει σωτηρία. Ο καπιταλισμός γίνεται ό,τι πιο επικίνδυνο όταν η φυγή προς τα εμπρός είναι η μόνη εναπομείνασα εναλλακτική».
Crisis of value, Sander, στο Internationalist Perspective #51, Ιούνιος 2009

«Είμαστε σε πόλεμο»
Γ. Παπανδρέου, Μάρτιος 2010

Πριν ενάμιση χρόνο, κι ενώ είχε ήδη διαγραφεί η αρχική φάση της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, με καταρρεύσεις χρηματοπιστωτικών εταιριών, κλείσιμο παραγωγικών μονάδων και χιλιάδες νέους απολυμένους και άστεγους, οι ταραχές του Δεκέμβρη στην Ελλάδα ξέσπασαν ως μια μη διεκδικητική κριτική που άγγιζε το σύνολο των σύγχρονων κοινωνικών σχέσεων, αποτελώντας ιστορικό ορόσημο για την ταξική πάλη σε πλανητικό επίπεδο. Λίγους μήνες μετά, γραφόταν στο editorial του 3ου τεύχους ότι «ο Δεκέμβρης μας άλλαξε». Αν το διαπιστευμένο τέλος της εξέγερσης διατήρησε για κάποιο καιρό μια μελαγχολία, ο θεωρητικός απολογισμός της, της δύναμης που ήταν ταυτόχρονα και το όριο της εξέγερσης, έθετε συγκεκριμένους προβληματισμούς: Πώς μια περίοδος ύφεσης των προλεταριακών αγώνων -με τους όρους που μέχρι τότε κατανοούσαμε την ταξική πάλη, αντλώντας από την ιστορική παράδοση της κομμουνιστικής αριστεράς και της εργατικής αυτονομίας- παρήγαγε «τα πιο σημαντικά ιστορικά γεγονότα των τελευταίων 35 χρόνων στην Ελλάδα»; Ποια ήταν η σύνδεση των καταστροφικών πρακτικών του Δεκέμβρη με την κρίση αναπαραγωγής των καπιταλιστικών σχέσεων; Πώς σχετιζόταν η εξέγερση και ο μη διεκδικητικός της χαρακτήρας με τους εν εξελίξει καθημερινούς προλεταριακούς αγώνες; Και τελικά, γιατί δεν επεκτάθηκε στο πεδίο παραγωγής υπεραξίας και αναγκαστικά υποχώρησε; Οι παραπάνω προβληματισμοί αναζητούσαν επίμονα μια θεωρητική επαναδιαπραγμάτευση.

Τα πρώτα βήματα αυτής της επαναδιαπραγμάτευσης παρουσιάστηκαν στο κείμενο ‘Δεκέμβρης 2008: Μια προσπάθεια να ανιχνεύσουμε τη δύναμη και τα όρια του αγώνα μας’. Ήδη από τότε ήταν εμφανές ότι η επιρροή του θεωρητικού συστήματος της ομάδας Théorie Communiste (TC) ήταν σημαντική. Αποτιμώντας την εξέγερση του Δεκέμβρη και προσπαθώντας να αποσαφηνίσουμε τη σχέση της με τους σύγχρονούς της προλεταριακούς αγώνες, από τις ταραχές στα γαλλικά προάστια και το κίνημα ενάντια στη CPE μέχρι το φοιτητικό κίνημα των καταλήψεων του 2006-07 και τις κινητοποιήσεις των καθαριστριών της ΟΙΚΟΜΕΤ, καταλαβαίναμε ότι τα φαντάσματα του παρελθόντος έπρεπε να εγκαταλειφθούν. Η επανάσταση δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίζεται ως το αποτέλεσμα της συσσωρευτικής πορείας ενδυνάμωσης και ενοποίησης της τάξης, μέσα από την ολοένα και πιο αυτόνομη έκφραση των αγώνων της. Αυτό που μας χωρίζει από τις προηγούμενες επαναστάσεις δεν είναι μόνο μερικές δεκαετίες, αλλά ο μετασχηματισμός της ίδιας της εκμεταλλευτικής σχέσης -άρα του ορίζοντα της ταξικής πάλης- που προκλήθηκε από τις αντεπαναστάσεις που τις ακολούθησαν και αντιστοιχούσαν στο ιστορικό περιεχόμενό τους. Επομένως, απέναντι στην απογύμνωση του πλούτου των προλεταριακών πρακτικών της εξέγερσης σε συνδικαλιστικά και κομμουναλιστικά ή σε εξεγερσιακό ακτιβισμό, έγινε αναγκαία η θεωρητικοποίηση της κομμουνιστικής επανάστασης στη μοναδική της πραγματικότητα, δηλαδή όπως την παράγουν οι αγώνες που δίνονται κάθε μέρα σήμερα, οι οποίοι επιβεβαιώνουν ότι πλέον «από τους διεκδικητικούς αγώνες μέχρι την επανάσταση δεν μπορεί παρά να υπάρξει μία ρήξη, ένα ποιοτικό άλμα», όπως έγραφε η TC πριν μερικά χρόνια.

Από τότε που γραφόταν το 3ο τεύχος ζήσαμε ραγδαίες εξελίξεις. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης παρουσιάζεται πλέον ως κρίση χρέους κρατών που τείνει να γενικευτεί και απειλεί να μετατραπεί σε νομισματική κρίση, καταρχήν στη ζώνη του ευρώ: «Διακεκριμένοι ειδικοί του City άρχισαν να αναγείρουν την πρόβλεψη μιας ‘Μεγάλης Ύφεσης ΙΙ’ εν μέσω ανησυχιών ότι η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα βαθύτερο ξέσπασμα χάους», έγραφε η βρετανική Telegraph στις 21 Μαΐου. Τα αφεντικά σε πλανητικό επίπεδο προσπαθούν να αποκαταστήσουν την κερδοφορία εμβαθύνοντας την αναδιάρθρωση ενάντια σε κάθε ανελαστικότητα στην αναπαραγωγή της εργατικής τάξης. Σ’ αυτή τη φάση μάλιστα, στοχεύουν στρατηγικά την Ευρώπη: «με χαμηλή ανάπτυξη, χαμηλό ρυθμό γεννήσεων και μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να σηκώσει οικονομικά τον άνετο τρόπο ζωής της, τουλάχιστον όχι χωρίς μια περίοδο λιτότητας και σημαντικών αλλαγών» (New York Times, 22 Μαΐου). Στην ατζέντα βρίσκεται η μαζική απαξίωση μεταβλητού κεφαλαίου, που σημαίνει την ολοένα και πιο επισφαλή προλεταριακή αναπαραγωγή, μέσα από μια σειρά εκσυγχρονισμένων προγραμμάτων δομικής προσαρμογής. Μάλιστα, η Ελλάδα έγινε το πειραματικό εργαστήριο της απόπειρας έναρξης αυτής της νέας φάσης της αναδιάρθρωσης στην Ευρώπη. Με το κέρδος που αντλείται από το προλεταριάτο που ζει και εργάζεται στη χώρα να πέφτει από το 2006, τις εξαγωγές να συρρικνώνονται και την οικονομία να βρίσκεται επίσημα σε ύφεση από τις αρχές του 2009, ως τοπική εκδήλωση της παγκόσμιας έλλειψης υπεραξίας, οι πρωτοβουλίες του κάθε ατομικού κεφαλαίου για διασφάλιση της κερδοφορίας του (περικοπές θέσεων εργασίας, εφαρμογή της εκ περιτροπής εργασίας, προσπάθεια συμπίεσης των μισθών, κλείσιμο εργοστασίων) και οι επιμέρους κρατικές απόπειρες εξορθολογισμού ήταν ανεπαρκείς. Το κράτος, ως καθολικός εγγυητής της αναπαραγωγής της σχέσης εκμετάλλευσης, όφειλε να προχωρήσει σε μια ‘θεραπεία σοκ’, κεντρικοποιώντας και επιταχύνοντας την απαξίωση μεταβλητού κεφαλαίου, χρησιμοποιώντας το δημόσιο χρέος ως τρομοκρατία ενάντια στην εργατική τάξη.

Ταυτόχρονα, καθώς το παγκόσμιο κεφάλαιο έχει κηρύξει τον πόλεμο στο παγκόσμιο προλεταριάτο, το τελευταίο διάστημα βίαιοι αγώνες πολλαπλασιάστηκαν στην Κίνα και σε ολόκληρη την νοτιοανατολική Ασία, στελέχη επιχειρήσεων σκοτώθηκαν από εξαγριωμένους εργάτες τόσο στην Κίνα όσο και στην Ινδία, καμιά πενηνταριά εργοστάσια πυρπολήθηκαν κατά τη διάρκεια εργατικών ταραχών στο Μπαγκλαντές, εργάτες απήγαγαν αφεντικά ή απειλούσαν να ανατινάξουν εργοστάσια στη Γαλλία, ενώ άλλοι κατέλαβαν παραγωγικές μονάδες μπύρας στο Βέλγιο, απαλλοτριώνοντας και χαρίζοντας κιβώτια μπύρας. Εκτεταμένες λεηλασίες καταστημάτων έγιναν μετά τους σεισμούς σε Αϊτή και Χιλή, ενάντια στις οποίες ο αμερικάνικος στρατός κινητοποιήθηκε σε ρόλο πλανητικής αστυνομίας με στόχο την επανένταξη της επιβίωσης στην εκμεταλλευτική σχέση. Σημαντικές ταραχές συνέβησαν στο Ιράν, την Αλγερία και την Καραϊβική -το περιεχόμενο των οποίων σε κάθε περίπτωση καθορίστηκε από την ιδιαιτερότητα της αναπαραγωγής του κεφαλαίου σε κάθε χώρα- και καταλήψεις πανεπιστημιακών κτιρίων στην Καλιφόρνια και τη Νέα Υόρκη. Στην Ελλάδα, παράχθηκε μια αύξηση της προλεταριακής βίας στο δρόμο, όπως αυτό αποτυπώθηκε στις απεργιακές διαδηλώσεις των τελευταίων μηνών. Αποκορύφωμα ήταν η 5η Μαΐου, όπου στη διαδήλωση που είχαν καλέσει η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ την ημέρα που «συζητιόταν» στη Βουλή το «πακέτο διάσωσης της ελληνικής οικονομίας» συμμετείχαν διακόσιες χιλιάδες άνθρωποι μόνο στην Αθήνα και έλαβαν χώρα εκτεταμένες επιθέσεις ενάντια στην ιδιοκτησία, ενώ έγιναν τουλάχιστον τρεις μαζικές προσπάθειες εισβολής στο χώρο του κοινοβουλίου, με τα συνθήματα «να καεί το μπουρδέλο η Βουλή» και «μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι» να εκφράζουν την αυθόρμητη οργισμένη αντίδραση ενός μεγάλου αριθμού διαδηλωτών. Ακόμα και τις ημέρες που γράφονταν αυτές οι γραμμές, σχολεία και αστυνομικά τμήματα δέχονταν επίθεση στο ‘μικρό Μογκαντίσου’ της Στοκχόλμης από πιτσιρικάδες μετανάστες δεύτερης γενιάς, ενώ σε σφοδρές συγκρούσεις με την αστυνομία εμπλέκονταν απεργοί απασχολούμενοι στη διοργάνωση του παγκόσμιου κυπέλλου ποδοσφαίρου στη Νότια Αφρική. Φαίνεται ότι είχε δίκιο ο Mike Davis όταν έλεγε, σχολιάζοντας την εξέγερση του Δεκέμβρη, «ότι όλος ο κόσμος έχει πάρει φωτιά και η Αθήνα είναι η πρώτη σπίθα».

Το 4ο τεύχος είναι μια πιο συγκροτημένη προσπάθεια έκθεσης μιας συγκεκριμένης θεωρητικής αποσαφήνισης της σύγχρονης ιστορικής περιόδου της ταξικής πάλης, στην οποία η επανάσταση παράγεται ως άμεση κομμουνιστικοποίηση της ζωής, μέσα στη χαοτική ανάδυση των σύγχρονων προλεταριακών αγώνων, που παρά τον πολλαπλασιασμό τους παγκόσμια και την αύξηση της βιαιότητάς τους εξαιτίας της κρίσης αναπαραγωγής της σχέσης εκμετάλλευσης, δεν ενοποιούνται ως ανασύνθεση μιας ισχυρής εργατικής τάξης. Πουθενά η εργατική τάξη δεν επιβεβαιώνεται ως μια κοινωνική ολότητα που επιδιώκει να θριαμβεύσει απέναντι στην αντίπαλη τάξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι προλεταριακοί αγώνες παραμένουν διάχυτοι και τεμαχισμένοι, καθώς αυτή είναι σήμερα η πραγματική ύπαρξη της τάξης μέσα στην καπιταλιστική αναπαραγωγή. Όμως, εντός τους παράγονται στιγμές που προεικονίζουν την άμεση αμφισβήτηση της ίδιας της προλεταριακής κατάστασης. Αλλά αν βλέπουμε την επανάσταση σήμερα να προεικονίζεται στις πρακτικές που έρχονται σε ρήξη με αυτό που έχει γίνει το γενικό όριο της ταξικής πάλης, δηλαδή την ίδια την δράση του προλεταριάτου ως τάξης, η οποία μπορεί πλέον μόνο να βρίσκει συνεχώς μπροστά της την επιβεβαίωση του κόσμου του αναδιαρθρωμένου καπιταλισμού, αυτό δεν σημαίνει ότι απλά περιμένουμε τον Δεκέμβρη να επαναληφθεί, ελπίζοντας να είναι περισσότερο διευρυμένος. Στον αναδιαρθρωμένο καπιταλισμό, το προλεταριάτο ούτε εξαφανίστηκε αλλά ούτε μετατράπηκε σε μια καθαρή αρνητικότητα. Η επανάσταση όμως πλέον δεν παράγεται ως επιβεβαίωσή του σε τάξη-για-τον-εαυτό της, γιατί η ίδια η εκμεταλλευτική σχέση έχει μεταμορφωθεί. Μέσα στην καθημερινή εξορισμού διεκδικητική ταξική δράση πρέπει να αναζητηθεί ό,τι προεικονίζει την αυτο-κατάργηση της τάξης στο ξεπέρασμα του κεφαλαίου:

«Δεν μπορεί κάποιος να θέλει ταυτόχρονα την ενότητα του προλεταριάτου και την κομμουνιστική επανάσταση, δηλαδή αυτή την ενότητα ως συνθήκη ή προϋπόθεση για την επανάσταση. […] Οι εργάτες χαλκεύουν τον εαυτό τους σε επαναστατική τάξη επαναστατικοποιώντας τις κοινωνικές σχέσεις, δηλαδή ό,τι αυτοί είναι στις κατηγορίες της ανταλλαγής και της μισθωτής εργασίας. Εντός των μισθολογικών αγώνων [ΣτΜ: του τρέχοντος κύκλου αγώνων], δεν βλέπουν την εμφάνιση μιας «δύναμης» ή ενός «σχεδίου», αλλά την αδυνατότητα ενοποίησης χωρίς την επίθεση στην ίδια την ύπαρξη της τάξης εντός του καταμερισμού της εργασίας και όλων των διαχωρισμών της μισθωτής σχέσης και της ανταλλαγής∙ που σημαίνει, χωρίς την αμφισβήτηση της ίδιας της τάξης, χωρίς μια επαναστατική πρακτική. Η μόνη ενοποίηση του προλεταριάτου είναι αυτή που πραγματοποιεί καταργώντας τον εαυτό του, δηλαδή είναι η ενοποίηση της ανθρωπότητας. Τα μέτρα κομμουνιστικοποίησης, εκκινώντας από οποιοδήποτε σημείο του καπιταλιστικού κόσμου (θα πρέπει να είναι μια πλειάδα σημείων ταυτόχρονα), θα έχουν το αποτέλεσμα της ταχείας κομμουνιστικοποίησης ή θα συντριβούν».

***

Το προσωρινό αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας θεωρητικοποίησης της παρούσας κατάστασης είναι το πρώτο κείμενο αυτού του τεύχους ‘Η ιστορική παραγωγή της επανάστασης της τρέχουσας περιόδου’. Το κείμενο επιδιώκει να δείξει πώς η αναδιάρθρωση, που ακολούθησε ως αντεπανάσταση την προλεταριακή ανταρσία γύρω από τον Μάη του ’68 και το ιταλικό θερμό φθινόπωρο, μετασχημάτισε την εκμεταλλευτική σχέση εγκαινιάζοντας μια νέα περίοδο συσσώρευσης του κεφαλαίου και αποτελώντας ταυτόχρονα φορέα της σύγχρονης καπιταλιστικής κρίσης, ως κρίσης της ίδιας της μισθωτής εργασίας. Την ίδια στιγμή, μελετάει πώς η μετασχηματισμένη αντίφαση μεταξύ των τάξεων και η κρίση της αναπαραγωγής της αποτυπώνονται στα νέα χαρακτηριστικά των προλεταριακών αγώνων, στη διαλεκτική σχέση μεταξύ της δυναμικής και των ορίων τους, και πώς μέσα από αυτούς προεικονίζεται σήμερα η υπέρβαση του κεφαλαίου ως αυτο-κατάργηση του προλεταριάτου, ως κομμουνιστικοποίηση. Ακολουθεί το κείμενο ‘Théorie Communiste’, ουσιαστικά μια αυτοπαρουσίαση της ομάδας που δημοσιεύτηκε στο 14ο τεύχος του περιοδικού το 1997, η οποία παρουσιάζει την ιστορική γενεαλογία του θεωρητικού της συστήματος που έχει τις απαρχές της στις αντιπαραθέσεις που εξελίχθηκαν στο χώρο της υπεραριστεράς στη Γαλλία κατά τη δεκαετία του ’70, όταν η αντεπανάσταση άρχιζε να σαρώνει την παιγνιώδη χαρά της εξέγερσης του Μάη και μαζί τις προηγούμενες βεβαιότητες των ριζοσπαστών. Το αρχικό κείμενο της TC συμπληρώνεται από το επίμετρο ‘Από την TC14 στη θεωρία της απόκλισης’ που γράφτηκε το 2009 για την παρούσα έκδοση και καλύπτει την εξέλιξη της θεωρητικής της επεξεργασίας στο διάστημα που μεσολάβησε, όσον αφορά τη θεωρητικοποίηση των πρακτικών που παράγονται μέσα στους προλεταριακούς αγώνες και δείχνουν προς την υπέρβαση της ίδιας τους της φύσης ως αγώνων της τάξης που είναι μόνο τάξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Το κείμενο ‘Η παρέμβαση και το ρεύμα της κομμουνιστικοποίησης’ γράφτηκε από τον Bernard Lyon, ένα μέλος της TC, τον Αύγουστο του 2008. Το κείμενο, έχοντας ως αφορμή τις αντιπαραθέσεις σχετικά με το ζήτημα της «παρέμβασης στους ταξικούς αγώνες», δηλαδή ένα ζήτημα τελικά πολιτικής πρωτοπορίας, αλλάζει τους ίδιους τους όρους της συζήτησης, εστιάζοντας στο γεγονός ότι είναι η σύγχρονη αντίφαση μεταξύ των τάξεων που παράγει την αναγκαιότητα λήψης μέτρων που θα κομμουνιστικοποιούν τη ζωή ως επανάσταση μέσα στην επανάσταση. Υπό αυτό το πρίσμα διαπραγματεύεται τόσο τη θεωρητική επεξεργασία όσο και τη δράση αυτών που ονομάζει «υπέρμαχους της κομμουνιστικοποίησης». Τέλος, στο τεύχος περιλαμβάνεται η προκήρυξη ‘Δημοκρατία: καμία διέξοδος’, η οποία μοιράστηκε στις απεργιακές διαδηλώσεις της 11ης Μάρτη σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Ευχαριστούμε τον σύντροφο Θ. για τη μετάφραση του κειμένου ‘Théorie Communiste’, τη συνεισφορά του στη μετάφραση του ‘Η παρέμβαση και το ρεύμα της κομμουνιστικοποίησης’ και τα σχόλιά του στο ‘Η ιστορική παραγωγή της επανάστασης της τρέχουσας περιόδου’, την Γιώτα για την φιλολογική επιμέλεια, όπως και όλους όσοι βοήθησαν με τον τρόπο τους στην έκδοση αυτού του τεύχους.

Ροκαμαδούρ για το Blaumachen
Ιούνιος 2010


  1. […] Joulukuu 2008, Kreikka: yritys paikantaa kamppailumme voima ja rajat share this Blaumachen #4, editorial […]